
Η νικοτίνη ή αλλιώς (S)-3-(1-μέθυλο-2-πυρρολιδινυλο) πυριδίνη, γνωστή στους περισσότερους ως η ουσία που περιέχεται στον καπνό των τσιγάρων, αποτελεί δραστικό αλκαλοειδές, το οποίο απαντά σε σχετικά μεγάλες ποσότητες στα φύλλα καπνού (Nicotianatabacum), καθώς και σε μικρότερες ποσότητες στην πατάτα, την τομάτα, την πιπεριά και τη μελιτζάνα, μέλη της οικογένειας των σολανοειδών.[1], [2] Πιο συγκεκριμένα, περίπου το 5% (κατά βάρος) του φυτού του καπνού αποτελεί η νικοτίνη.[3]

Πώς ανακαλύφθηκε, όμως, η ύπαρξή της στα φύλλα καπνού και πώς εξελίχθηκε η χρήση της ;
Τα φύλλα καπνού χρησιμοποιούνταν ως διεγερτικό και ως φάρμακο στην Αμερική ήδη από το 6000π.Χ.[3] Ωστόσο, στον σύγχρονο κόσμο, όλα ξεκίνησαν στα μέσα του 15ου αιώνα, όταν ο Χριστόφορος Κολόμβος και οι πρώτοι άποικοι έφτασαν στην Αμερική, όπου βρήκαν τους ιθαγενείς να καπνίζουν φύλλα καπνού και πούρα. Όμως, η εισαγωγή του καπνού στην Ευρώπη έγινε για πρώτη φορά αρκετά αργότερα, τον 16ο αιώνα. Το όνομα του φυτού, καθώς και της νικοτίνης, οφείλονται στον Γάλλο Jean Nicot de Villemain, ο οποίος υπηρετούσε ως πρεσβευτής της Γαλλίας στη Βραζιλία, όταν έστειλε το 1560 σπόρους και φύλλα καπνού στο Παρίσι, για να μελετηθεί η χρήση του ως θεραπευτικό μέσο. Η παρουσία του πτητικού αυτού συστατικού με τις βασικές ιδιότητες διαπιστώθηκε από τον Γάλλο χημικό-φαρμακοποιό Louis Nicolas Vauquelin το 1809, ο οποίος την παρέλαβε ακάθαρτη από τα φύλλα του καπνού.[1] Το αλκαλοειδές απομονώθηκε σε χημικώς καθαρή μορφή μόλις το 1828 από τους Γερμανούς Posselt και Reimann, οι οποίοι το αναγνώρισαν ως δηλητήριο.[5]
Παράλληλα, περίπου το 1763, ο καπνός είχε αρχίσει να χρησιμοποιείται ως εντομοκτόνο, ενώ στη συνέχεια η νικοτίνη αποτέλεσε βάση για «οικολογικά» εντομοκτόνα, αφού είχε παρατηρηθεί πως απομάκρυνε επιβλαβή έντομα, τα οποία δεν ανέπτυσσαν ανοχή απέναντί της και δεν έβλαπτε άλλα, χρήσιμα ή αβλαβή.
Ωστόσο, η χρήση της ως εντομοκτόνο σταμάτησε από το 1992 και μετά, καθώς αντικαταστήθηκε από άλλα πιο ισχυρά εντομοκτόνα.[1], [2], [5] Άνθηση τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει η βιομηχανία παρασκευής νικοτινούχων προϊόντων που αποσκοπούν στη βοήθεια απεξάρτησης από το κάπνισμα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα αυτοκόλλητα νικοτίνης και τα ρινικά σπρέι.[1]
Κυρίαρχη, παρ’ όλα αυτά, παραμένει η σύνδεση της νικοτίνης με το κάπνισμα και –παρά τις χιλιάδες χημικές ουσίες που υπάρχουν στον καπνό του τσιγάρου– αυτή είναι εκείνη που μας ωθεί να καπνίσουμε ακόμα ένα. Γιατί συμβαίνει αυτό; Πώς δρα;
Η νικοτίνη είναι ένα άχρωμο, υδατοδιαλυτό ελαιώδες και σχετικά εύφλεκτο υγρό. Είναι ισχυρά δηλητηριώδης, με έντονη οσμή και αρκετά πικρή γεύση.[1] Όταν καίγεται, αποκτά καφέ απόχρωση και αποκτά την οσμή του καπνού, όταν εκτίθεται στον αέρα.[6] Το γεγονός ότι καίγεται στον αέρα είναι αυτό που κάνει δυνατό το κάπνισμα, αφού από τα περίπου 10 mg που περιέχονται σε ένα τυπικό τσιγάρο, μόνο τα 1-2 mg περίπου εισπνέονται.[3]
Κατά το κάπνισμα, πρώτη στάση των ατμών νικοτίνης είναι οι πνεύμονες, ενώ από εκεί περνά στο κυκλοφορικό σύστημα. Η απορρόφηση της είναι ταχεία, περίπου 8-20 sec. Με ιδιαίτερη ευκολία υπερβαίνει τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό, το «φίλτρο» του εγκεφάλου που μας προστατεύει από βλαβερές ουσίες.[1], [5]
Ο χρόνος ημιζωής της είναι περίπου 2 ώρες (ο χρόνος που απαιτείται, για να μειωθεί η συγκέντρωσή της στο αίμα κατά 50% ), γι’ αυτό και αποτελεί ένα από τα ισχυρότερα δηλητήρια και προσβάλλει τόσο το κεντρικό, όσο και το περιφερικό νευρικό σύστημα.[2], [5]
Η νικοτίνη έχει διττή φύση. Σε μικρές ποσότητες μπορεί να αποτελέσει διεγερτικό: διεγείρει τη βιοδιαθεσιμότητα ντοπαμίνης και σεροτονίνης στον οργανισμό, οδηγεί στην απελευθέρωση αδρεναλίνης και σαν αποτέλεσμα, προκαλεί αύξηση των καρδιακών παλμών και της αρτηριακής πίεσης.[6] Λόγω της διεγερτικής αυτής δράσης, επηρεάζει θετικά τη μνήμη και τη συγκέντρωση, ενώ επιστήμονες πιστεύουν πως θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στη μείωση του κινδύνου ανάπτυξης της νόσου του Πάρκινσον και του Αλτσχάιμερ, καθώς και ως θεραπεία κατά του άγχους, της κατάθλιψης και της σχιζοφρένειας.[3] Αντίθετα, μεγάλες δόσεις μπορεί να προκαλέσουν από απλή χαλάρωση έως και νάρκωση.
Η εθιστική φύση της οφείλεται στο γεγονός ότι δρα στους εγκεφαλικούς μηχανισμούς ανταμοιβής, που συνδέονται με τα συναισθήματα της απόλαυσης.[6]
Γι’ αυτό και η απεξάρτηση από τη νικοτίνη είναι σχεδόν τόσο δύσκολη, όσο και από την ηρωίνη, αφού προκαλούν παρόμοια φαινόμενα διέγερσης του εγκεφάλου.[5] Μόνο το 20% περίπου των καπνιστών καταφέρνουν να το κόψουν με την πρώτη προσπάθεια.[2] Η δηλητηριώδης δράση της είναι τόσο ισχυρή που 1/60 g νικοτίνης στη γλώσσα του ανθρώπου μπορεί να οδηγήσει στο θάνατο. Παρ’ όλα αυτά, μεταβολίζεται σχετικά γρήγορα και απομακρύνεται από το σώμα μέσα σε λίγες ώρες, γι’ αυτό και πολλοί καπνιστές λένε πως το πρώτο τσιγάρο της ημέρας είναι και το πιο «απολαυστικό».[1], [6]
Οι συνέπειες της δράσης της;
Εκτός από ό,τι έχει ήδη αναφερθεί, από το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και μετά, γίνονται έρευνες για τις συνέπειες του καπνίσματος στην υγεία. Η νικοτίνη προκαλεί ένα ευρύ φάσμα παρενεργειών στα περισσότερα όργανα και συστήματα. Επιδρά στην κυκλοφορία του αίματος, τον εγκέφαλο, την καρδιά, το γαστρεντερικό σύστημα και έχει αποδειχθεί πως συνδέεται με το διαβήτη, με καρδιαγγειακά και αναπνευστικά προβλήματα, ενώ επηρεάζει την εγκυμοσύνη.[3], [5], [6] Παράλληλα, οι επιστήμονες έχουν καταλήξει πως η νικοτίνη δεν είναι η ίδια καρκινογόνος ή μεταλλαξιγόνος ουσία, αλλά η σύνδεση με τον καρκίνο είναι έμμεση, διότι διεγείρει τους μηχανισμούς αγγειογένεσης, με την τελευταία να οδηγεί σε ανάπτυξη κακοηθών όγκων.[1]
Σύμφωνα με τις διεθνείς και εθνικές ιατρικές οργανώσεις, θεωρείται ο σημαντικότερος εξωγενής παράγοντας νοσηρότητας και θνησιμότητας στον άνθρωπο.

Πηγές:
- Βαλαβανίδης Θ. & Ευσταθίου Κ. (2009), Η χημική ένωση του μήνα: Νικοτίνη. Ανακτήθηκε από: ΕΚΠΑ-Τμήμα Χημείας: Η χημική ένωση του μήνα
- Wikipedia: Nicotine
- Trimarchi M. & Meeker-O’Connell A., How Nicotine works. Ανακτήθηκε από: howstuffworks.com
- Wikipedia: Alkaloid
- Felman A. (2018), Everything you need to know about nicotine. Ανακτήθηκε από: medicalnewstoday.com
- Psychology today: Nicotine. Ανακτήθηκε από: psychologytoday.com
Πληροφορίες συντάκτη:
Μαρία Τομαρά
Η Μαρία είναι τελειόφοιτη του τμήματος Χημείας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με τον αθλητισμό και τη χειροτεχνία. Ωστόσο, από μικρή, τη σκέψη της συνόδευε διαρκώς το ερώτημα «Γιατί;» και κάπως έτσι ανακάλυψε την κλίση της για τις θετικές επιστήμες. Μέσω του «Science Behind» φιλοδοξεί να ικανοποιήσει όχι μόνο το κοινό, αλλά και τα προσωπικά, αναπάντητα ερωτήματά της.